Οι «αεροπλανικές» τιμές στο ρεύμα και οι μεγάλες διακυμάνσεις εντός της ημέρας και μεταξύ των χωρών της Ανατολικής με την Δυτική Ευρώπη καθιστούν αναγκαία την εξεύρεση λύσης στην σύνθετη εξίσωση της χονδρεμπορικής τιμής που φτάνει στην κορυφή της κυβέρνησης και προκαλεί έντονο προβληματισμό.
Την ανησυχία του έχει μεταφέρει ξεκάθαρα στο δημόσιο διάλογο ο Πρωθυπουργός, ο οποίος δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεν θα επιτρέψει να περάσουν οι τιμές αυτές στο καταναλωτή. Μιλώντας μάλιστα χθες στο Bloomberg ανέδειξε για άλλη μια φορά την ανισορροπία που υπάρχει στην Ευρώπη, λέγοντας ότι «δεν έχουμε ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, αλλά κάτι που την θυμίζει», χαρακτηρίζοντας μάλιστα απαράδεκτες τις τιμές στην ΝΑ Ευρώπη καθώς δεν υπάρχουν αρκετές διασυνδέσεις για να αυξηθεί η προσφορά ενέργειας στην περιοχή. Ο κ. Μητσοτάκης υποστήριξε ότι οι εταιρείες στην Ελλάδα επωμίζονται μεγαλύτερο κόστος από άλλες αγορές, κάτι που δεν είναι δίκαιο. Στέλνοντας έτσι και ένα σαφές μήνυμα στην Κομισιόν ότι δεν αρκεί η μείωση των εκπομπών ρύπων για το 2030 έως το 2050 αλλά θα πρέπει να ελεγχθεί και το κόστος της μετάβασης και πως θα προσαρμοστούμε στους άμεσους στόχους και την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Το μεγάλο ζητούμενο για την κυβέρνηση επομένως είναι με ποιον τρόπο θα «δαμάσει» το «θεριό» των τιμών και κυρίως με ποια όπλα θα μπορέσει να ανακουφίσει τον κόσμο από το νέο ράλι στις τιμές. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται διάφορα σχέδια για να μπορέσουν να στηριχτούν οι καταναλωτές, με βασικότερο το πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά ανά τεχνολογία όπως εφαρμόστηκε και κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης. Πρόκειται για ένα μέτρο που απέδωσε σημαντικά έσοδα για επιδοτήσεις την δύσκολη περίοδο της Ουκρανικής κρίσης το 2022 και δεν ταυτίζεται με το έκτακτο μέτρο της φορολόγησης των ηλεκτροπαραγωγών που υιοθετήθηκε το περασμένο καλοκαίρι και πέρασε στο λειτουργικό κόστος των μονάδων με άμεση επίπτωση στην χονδρεμπορική τιμή.