Έχει μήκος μόλις λίγα εκατοστά. Είναι είδος ψαριού που ζει στον πυθμένα των ποταμών. Δεν έχει καμία εμπορική αξία, αλλά έχει τεράστια επιστημονική. Θεωρείται ως κρισίμως κινδυνεύον είδος, καθώς ανήκει σε μια αρχαία ομάδα σπονδυλωτών, τις λάμπραινες (lampreys), η οποία επιβίωσε για τουλάχιστον 360 εκατομμύρια χρόνια. Ο λόγος για το Γκαβόχελο (Caspiomyzon hellenicus), ένα σπάνιο και ενδημικό είδος ψαριού, που όμως μοιάζει περισσότερο με σκουλήκι. Διαβιεί στην περιοχή των τρεχούμενων νερών στα Τενάγη Φιλίππων -ένας από τους μεγαλύτερους τυρφώνες σε όλη την Ευρώπη- ανάμεσα στην Καβάλα και τη Δράμα.
Τον Μάιο του 2023, το ΙΝ.ΑΛ.Ε. (Ινστιτούτο Αλιευτικής Έρευνας) του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού – «Δήμητρα», με έδρα τη Νέα Πέραμο του δήμου Παγγαίου, δυτικά της Καβάλας, ξεκίνησε την υλοποίηση ενός έργου με στόχο -μεταξύ άλλων- και τη μελέτη της κατανομής του Γκαβόχελου σε όλη την περιοχή των Τεναγών. Για την έρευνά τους αυτή χρησιμοποίησαν τόσο καινοτόμες μεθόδους παρακολούθησης της ιχθυοπανίδας, όπως η ανάλυση του περιβαλλοντικού DNA (eDNA), όσο και παραδοσιακές, όπως η ηλεκτραλιεία.
Αξίζει να σημειωθεί πως για τη χαρτογράφηση της βιοποικιλότητας με τη χρήση eDNA αξιοποιούνται τα ίχνη των κυττάρων που αφήνουν οι διάφοροι οργανισμοί στο νερό, χωρίς να είναι αναγκαίος ο χειρισμός των ίδιων των ψαριών, καθιστώντας τη μέθοδο ελάχιστα επεμβατική για το τοπικό οικοσύστημα και τα ψάρια.
Η θαυμαστή ζωή του Γκαβόχελου
Ο ερευνητής του ΙΝ.ΑΛ.Ε. Δρ. Αργύρης Σαπουνίδης, που συμμετέχει στην επιστημονική ομάδα, με επικεφαλής την ερευνήτρια και επιστημονικά υπεύθυνη Δρ. Χρυσούλα Γκουμπίλη, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ δεν κρύβει τον θαυμασμό του για το συγκεκριμένο απειλούμενο είδος, το οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει ως «θησαυρό» καθώς ενισχύει και προσφέρει στη βιοποικιλότητα της περιοχής των Τεναγών Φιλίππων.
«Το Γκαβόχελο το συναντάμε πέρα από τα Τενάγη και σε άλλα δυο σημεία στην Ελλάδα», σημειώνει ο κ. Σαπουνίδης και συνεχίζει: «είναι ένα πολύ σπάνιο είδος που δύσκολα εντοπίζεται καθώς ζει μέσα στο ίζημα (πυθμένα) των ποταμών, ωστόσο η ύπαρξή του αποτελεί έναν δείκτη καλής κατάστασης του οικοσυστήματος της περιοχής αφού χρειάζονται καθαρά νερά για να επιβιώσει».
Το σπάνιο αυτό είδος ψαριού συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων των οργανισμών που δεν έχουν εξελιχθεί, αλλά έχει έναν σχεδόν θαυμαστό τρόπο επιβίωσης. Η διάρκεια ζωής του συγκεκριμένου ενδημικού είδους δεν ξεπερνάει τα πέντε χρόνια. «Το Γκαβόχελο», επισημαίνει ο κ. Σαπουνίδης, «όπως μαρτυράει το όνομά του είναι τυφλό. Είναι συνέχεια βυθισμένο μέσα στον πυθμένα, από τον οποίο προεξέχει μόνο το κεφάλι του. Τρέφεται παθητικά καθώς κάθεται κόντρα στο ρεύμα του ποταμού. Φανταστείτε το στόμα του σαν ένα χωνί, μέσα στο οποίο συγκρατούνται διάφοροι μικροοργανισμοί, που παρασέρνονται από το ρεύμα. Μόνο στο τέλος της ζωής του αποκτάει όραση για μικρό διάστημα, βγαίνει από τον πυθμένα, κατευθύνεται σε υδρόβια βλάστηση και χόρτα προκειμένου να γεννήσει τα αβγά του και αμέσως μετά πεθαίνει».
Όπως κάθε σπάνιο είδος έτσι και το Γκαβόχελο κινδυνεύει από ανθρωπογενείς δραστηριότητες, είτε αυτές αφορούν τη μόλυνση των νερών του ποταμού από διάφορους εξωγενείς παράγοντες, είτε ακόμα και από τη μεταφορά – ανατάραξη του ιζήματος, αν πρέπει -για παράδειγμα- να καθαριστεί ένα κανάλι ή μια κοίτη.
Η πλούσια και σπάνια ιχθυοπανίδα των Τεναγών
Πέρα όμως από το Γκαβόχελο, στο πλαίσιο του έργου που υλοποιεί το ΙΝ.ΑΛ.Ε. μελετήθηκαν και ερευνήθηκαν και άλλα είδη ψαριών που διαβιούν στην περιοχή των Τεναγών Φιλίππων. Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 30 δειγματοληψίες νερού/eDNA και 11 δειγματοληψίες ιχθυοπανίδας με τη χρήση φορητής συσκευής ηλεκτραλιείας. Κατά τη διενέργεια των δειγματοληψιών ιχθυοπανίδας, τα ψάρια αναγνωρίστηκαν σε επίπεδο είδους, καταγράφηκε το ολικό μήκος και η αφθονία τους και στη συνέχεια απελευθερώθηκαν στο φυσικό τους περιβάλλον.
Η ερευνήτρια Χρυσούλα Γκουμπίλη, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, υπογραμμίζει ότι «καταγράφηκαν 17 είδη ιχθυοπανίδας στην περιοχή, ωστόσο, μέσω της ανάλυσης του eDNA παρατηρήθηκαν περισσότερες καταγραφές ειδών στους κοινούς σταθμούς. Η παρουσία του ενδημικού Γκαβόχελου επιβεβαιώθηκε στην περιοχή του ποταμού Αγγίτη σε δύο κοντινούς σταθμούς δειγματοληψίας σε πολύ μικρή αφθονία. Επιπλέον, μέσω της ανάλυσης eDNA εντοπίστηκε στις πηγές Κεφαλαρίου. Οι πηγές Κεφαλαρίου αποτελούν ιστορική περιοχή κατανομής του Γκαβόχελου, για το οποίο υπάρχουν δεδομένα από παλαιότερες μελέτες, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει καταγραφή ατόμων τα τελευταία 10 χρόνια».
«Επιπρόσθετα», συνεχίζει η κ. Γκουμπίλη, «εντοπίστηκαν και τα δύο απειλούμενα είδη, η Γραμμοβελονίτσα και ο Κοκκινόγαστρος, στο 80% της περιοχής. Συνολικά, κυρίαρχα είδη στην περιοχή αποτέλεσαν η Μπριάνα του Στρυμόνα και ο Ποταμοκέφαλος της Θράκης, τα οποία ανιχνεύθηκαν σε όλους τους σταθμούς».
Τενάγη Φιλίππων: Ένας σπάνιος και ιστορικός υγροβιότοπος
Τα Τενάγη Φιλίππων βρίσκονται στην ανατολική Μακεδονία. Ιστορικά αποτελούσαν ένα από τα μεγαλύτερα συστήματα βάλτων και υγροτόπων στην Ελλάδα. Αποτελεί μία από τις πιο παραγωγικές και εύφορες γεωργικές εκτάσεις στην Ελλάδα. Στην πεδιάδα ρέει ένας μεγάλος αριθμός ποταμών και ρεμάτων, όπως ο ποταμός Αγγίτης, ο χείμαρρος Δοξάτου, οι πήγες Κεφαλαρίου κ.ά. Τα ρέοντα αυτά ύδατα καταλήγουν στον ποταμό Αγγίτη, δημιουργώντας ποικιλόμορφα ενδιαιτήματα. Στα υδάτινα αυτά οικοσυστήματα φιλοξενούνται περίπου 20 είδη ψαριών, μεταξύ των οποίων εμπορικά είδη, όπως το Γριβάδι, ο Γουλιανός και η Τούρνα, αλλά και δύο σπάνια ενδημικά είδη ο Αμμόκοιτος ή Γκαβόχελο και η Γραμμοβελονίτσα.
Η ομάδα έργου του ΙΝ.ΑΛ.Ε. αποτελείται ακόμα από τους: Παναγιώτα Ξανθοπούλου, Παρασκευή Παπαδοπούλου, Γεωργία Καλανταρίδου, Φώτη Αράπογλου, Άρη Χριστίδη και Στέλιο Τριανταφυλλίδη. Το έργο υποστηρίχτηκε από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος & Κλιματικής Αλλαγής (Ο.ΦΥ.ΠΕ.Κ.Α.), στο πλαίσιο της προκήρυξης «Δράσεις προστασίας, διατήρησης και ανάδειξης της βιοποικιλότητας. Μελέτες πεδίου ενδημικών, απειλούμενων και εθνικής σημασίας ειδών της Ελλάδας».