Νόμιμος εκπρόσωπος εταιρείας σεκιούριτι (παροχής υπηρεσιών ασφαλείας) είχε στο σπίτι του ένα ολόκληρο οπλοστάσιο και όταν ανακαλύφθηκε από την ΕΛ.ΑΣ. του επέβαλε πρόστιμο 200.000 ευρώ, το όποιο πρωτόδικα ακυρώθηκε, αλλά το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) είχε αντίθετη γνώμη (όπως και το Εφετείο) και επικύρωσε την απόφαση του προστίμου.
Η εταιρεία σεκιούριτι , τον Ιούνιο του 2006 έλαβε άδεια λειτουργίας η οποία στην συνεχεία ανανεώθηκε. Τον Σεπτέμβριο του 2014 η ΕΛ.ΑΣ. πραγματοποίησε έλεγχο στο σπίτι του νόμιμου εκπροσώπου της εταιρείας, από τον οποίο διαπιστώθηκε ότι υπήρχε πλήθος όπλων, φυσιγγίων, κ.λπ.,που υπάγονται στη νομοθεσία (νόμος 2168/1993) περί όπλων, πυρομαχικών και εκρηκτικών. Αναλυτικά, βρέθηκαν υποπολυβόλο με πτυσσόμενο κοντάκι, διάφορα τυφέκια (μεταξύ αυτών και ένα σερβικής κατασκευής), μεγάλος αριθμός φυσιγγίων διαφόρων διαμετρημάτων, διόπτρα με βάση, μαχαίρια, κ.λπ. και από το Επιτελείο του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ. του επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο 200.000 ευρώ.
Ο εκπρόσωπος της εταιρείας σεκιούριτι προσέφυγε στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών το οποίο τον δικαίωσε με το σκεπτικό ότι η κοινή υπουργική απόφαση (KYA) που προβλέπει στις περιπτώσεις αυτές σταθερό πρόστιμο 200.000 ευρώ και όχι κυμαινόμενο κατά περίπτωση (δηλαδή να επιβάλλεται ανάλογα με τα ευρήματα του πολεμικού υλικού που θα βρεθούν, κλπ.) είναι ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα. Παράλληλα, ανέπεμψαν οι πρωτοδίκες την υπόθεση στην ΕΛ.ΑΣ. για να επιβάλλει πρόστιμο από 20.000 έως 200.000 ευρώ.
Η ΕΛ.ΑΣ. άσκησε έφεση επί της πρωτόδικης απόφασης. Το Εφετείο έκρινε ότι δεν αντίκειται στη Συνταγματική αρχή της αναλογικότητας των κυρώσεων, η πρόβλεψη επιβολής ανελαστικού προστίμου και όχι η επιβολή προστίμου κυμαινόμενου ανάλογα με τον βαθμό υπαιτιότητας, τις συνθήκες, τη βαρύτητα της κάθε παράβασης και εξαφάνισε την απόφαση του Πρωτοδικείου.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στο ΣτΕ από τον εκπρόσωπο της εταιρείας, κατόπιν αναίρεσης που άσκησε. Το Δ΄ Τμήμα με πρόεδρο την αντιπρόεδρο Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου και εισηγήτρια την πάρεδρο Δήμητρα Μαυροπόδη, απέρριψε την αναίρεση. Κρίθηκε ότι η επίμαχη κ.υ.α. θεσπίσθηκε για λόγους δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι ανάγονται «στη διασφάλιση λειτουργίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας και στη σύννομη άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας τους, η οποία εκ της φύσεως των παρεχομένων υπηρεσιών ενέχει διακινδύνευση σπουδαίων έννομων αγαθών, όπως είναι η ανθρώπινη ζωή, η ασφάλεια και η περιουσία προσώπων».
Ακόμη, οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι η KYA δεν παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας.